Κυριακή, Φεβρουαρίου 17, 2013

Ουίσκι, Το



 
Τότες που ήταν τα φρούδια μας κοτσονάτα και παίρναμε τον μουτζουρη ως που τα δάση της Ευρώπας ξανοίγονταν  μπροστά μας. Και δώς του στις πλαγιες και στον Προφήτη Ηλία τους, μ' ονόματα αλλιώτικα όμως τα φωνάζουνε εκείνοι, να σκαμπανεβάζουμε και δως του να τρώμε τα μούτρα μας και να ξύνουμε μετά τα καύκαλα απο τα σκισμένα γόνατα μας. Και δως του μετά το παιχνίδι να πηγαίνουμε για να ξεγελάσουμε τα στομάχια μας με λαδομπούκια και κρασοψιχιές. Και μετά να ξαναγεμίζει τη μποτίλια με τη μαλβάζια ο νοικοκύρης μας.  Και μετά ψίθυρος μη σηκωθεί ο μπαρμπα Τζανάτος απο τη μεσημεριανή χουζούρα του και μας περιλάβει με το βοϊδινο το καμτσίκι του.  Και να σουλατσέρνουμε έπειτα στα φράγκικα σοκάκια. Κ όποτε απαντάμε φράγκο να μας ρωτάει στη λαλιά τη δική του « Για σκί έχετε έρθει στα μέρη μας?» και να φωνάζουμε όλο μαζί το τσούρμο «Ουί, Σκί»

4 σχόλια:

  1. και το μαριω, αμαθο τοτες, επεφτουνε κι εσωριαζοντανε στο βουνι και οποιος προλαβει να το σηκωσει και να πιασει λιγο μπουτι ή λιγο βυζι και να καμωνεται στην παρεα πως ταχαμου εγινε αντρας

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. και δώς του η ***** να μας φωνάζει "οποιος απομακρυνθεί θα τον πάρει ο διάολος", αλλα εμείς είχαμε τα μυαλα πάνω απο το τσερβέλο και δώς του πόλεμο με τα λεμόνια, και εβγαινε τότες πάλι αυτή με το λαστιχένιο το πουλί να μας μαγαρίσει τον τρυφερό, αλλα ήντουνε όλη η νεολαία τότες πολύ σβέλτη μες τις αλάνες πό'τρεχε, και της ξεφέυγαμε σκαπετόντας ολούθε, και την εσπέρα πιά παραδινόμασταν και βγαίναμε απο τες κρυψώνες μας να πάρουμε τα λεωφορεία και μας φώναζε ο σοφρέρ οτι απο τον ιδρώτα ολημερίς στο βουνο μυρίσαμε αρμπαρόριζα και πολυκαιριασμένο κατίκι, και δόστου κατσαμπάκια και μπόσα νόβα στο κασετόφωνο, κι όταν ο φιδογυριστός δρόμος πέρναγε απο τον αϊ- ντίνη να με ρωτάς γιατι δεν ήρθε ο γιαννης για την κοπή της πίτας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. γιατί δεν ήρθε τελικά ο γιάννης?

    ΑπάντησηΔιαγραφή